φατειός

φατειός
-ά, -όν, Α
(επικ. τ.) (συν. σε φρ. με άρνηση) οὐ φατειός
(για φοβερά πράγματα) αυτός που δεν μπορεί να λεχθεί, να κατονομαστεί.
[ΕΤΥΜΟΛ. < Ο τ. φα-τειός, σχηματισμένος από το θ. φᾰ- τής συνεσταλμένης βαθμίδας τού ρ. φημί*, αποτελεί το αρχαιότερο παράδειγμα ρηματ. επιθ. σε -τεος*. Αξιοσημείωτη είναι η δίφθογγος -ει- τού τ. η οποία δεν πρέπει να ερμηνευθεί ως αποτέλεσμα μετρικής έκτασης, αλλά οφείλεται στο ότι το επίθ. φατειός έχει προέλθει από ένα θηλ. ουσ. σε *-t(e)i- (πρβλ. και τον μυκηναϊκό τ. qetejo + *kwei-τειον τού ρ. τίνω*)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • φατειός — speakable masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φατειῶν — φατειός speakable fem gen pl φατειός speakable masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φατειόν — φατειός speakable masc acc sg φατειός speakable neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φατειάζω — Μ [φατειός] κατηγορώ …   Dictionary of Greek

  • φημί — ΝΜΑ, και δωρ. τ. φαμί και αιολ. τ. φᾱμι Α νεοελλ. (λόγια φρ.) «αυτός έφα» χρησιμοποιείται για να δηλώσει γνώμη που έχει εκφραστεί από αυθεντία, χωρίς να επιδέχεται καμιά αμφισβήτηση, και η οποία προέρχεται από τη φράση που χρησιμοποιούσαν οι… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”